ἐκλέγω — pick pres subj act 1st sg ἐκλέγω pick pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εκλέγω — εκλέγω, εξέλεξα βλ. πίν. 139 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
εκλέγω — έκλεξα, εκλέχτηκα, εκλεγμένος, η, ο, μτβ. 1. ξεχωρίζω από πολλά ένα ή περισσότερα ως καλύτερα, προτιμώ, διαλέγω. 2. με την ψήφο μου σε εκλογές δείχνω την προτίμησή μου για έναν υποψήφιο ή για ένα πολιτικό κόμμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐκλέγεσθε — ἐκλέγω pick pres imperat mp 2nd pl ἐκλέγω pick pres ind mp 2nd pl ἐκλέγω pick imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκλέγετε — ἐκλέγω pick pres imperat act 2nd pl ἐκλέγω pick pres ind act 2nd pl ἐκλέγω pick imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκλέγῃ — ἐκλέγω pick pres subj mp 2nd sg ἐκλέγω pick pres ind mp 2nd sg ἐκλέγω pick pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξειλεγμένα — ἐκλέγω pick perf part mp neut nom/voc/acc pl ἐξειλεγμένᾱ , ἐκλέγω pick perf part mp fem nom/voc/acc dual ἐξειλεγμένᾱ , ἐκλέγω pick perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκλεγομένων — ἐκλέγω pick pres part mp fem gen pl ἐκλέγω pick pres part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκλεγόμεθα — ἐκλέγω pick pres ind mp 1st pl ἐκλέγω pick imperf ind mp 1st pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκλεγόμενον — ἐκλέγω pick pres part mp masc acc sg ἐκλέγω pick pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)